ΑΡΧΑΙΟ ΔΡΑΜΑ – ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Προέλευση – Γένεση
Το δράμα είναι μια σύνθετη ποιητική δημιουργία που αποτέλεσε την ύψιστη πνευματική έκφραση των κλασσικών χρόνων. Δεν επρόκειτο για μια απλή απαγγελία αλλά για παράσταση ενός συγκλονιστικού γεγονότος που εξελισσόταν σαν ζωντανή πραγματικότητα μπροστά στους θεατές.
Προήλθε από τους θρησκευτικούς μύθους και συνδέθηκε εξ’αρχής με την λαμπρότερη εορτή του Διονύσου (θεός του κρασιού), τα Μεγάλα Διονύσια, που είχαν κυρίαρχη θέση στο αθηναϊκό εορτολόγιο.
Κατά τις τελετές του Διονύσου, οι οπαδοί του λάτρευαν το θεό σε κατάσταση ιερής μανίας, άφθονης οινοποσίας, πολλών αστεϊσμών και έξαλου ενθουσιασμού, Ουσιώδες γνώρισμα των λατρευτικών τους εκδηλώσεων ήταν η έκσταση. Για την επιτυχία της έκστασης οι πιστοί μεταμφιέζονταν.
Σ’αυτές τις μεταμφιέσεις των εορτασμών του Διονύσου έχει την αφετηρία του το δράμα, γιατί και τα πρόσωπα του δράματος μεταμφιέζονταν για να υποδυθούν τους ήρωες του έργου.
Τα στάδια βέβαια της μετάβασης από τις θρησκευτικές τελετές στο δράμα, δεν είναι γνωστά.
Όταν, πάντως, ο Πεισίστρατος ίδρυσε στην Αθήνα ιερό προς τιμή του Διονύσου, και μετέφερε το ξύλινο άγαλμά του από τις Ελευθερές Βοιωτίας, οργανώθηκαν λαμπρές εορτές. Σ’ αυτόν τον χώρο (το σημερινό Διόνυσο) ο Θέσπις δίδαξε για πρώτη φορά δράμα, στα μέσα της 61ης Ολυμπιάδας, δηλαδή το 534 π.χ. Έκτοτε το δράμα σταδιακά τελειοποιήθηκε γιατί η εξέλιξή του, συνέπεσε με τον πλούτο και το μεγαλείο της Αθήνας. Τρία είναι τα είδη του δράματος: η τραγωδία, η κωμωδία και το σατυρικό δράμα.
ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Ο Αριστοτέλης συνδέει την τραγωδία με το διθύραμβο, χορικό άσμα, διονυσιακού χαρακτήρα. Το περιεχόμενό του ήταν στην αρχή σχετικό με τους μύθους του Διονύσου, αργότερα όμως και με άλλα μυθικά πρόσωπα ή ήρωες.
Σύμφωνα με τον ορισμό του Αριστοτέλη, η τραγωδία είναι η απομίμηση μιας σοβαρής πράξης. Είναι η αναπαράσταση της πραγματικότητας, όχι όμως πιστή και δουλική αλλά ελεύθερη και δημιουργική. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της τραγωδίας είναι η δράση.
Σκοπός της τραγωδίας είναι να οδηγήσει τον θεατή μέσα από τον έλεο (συμπάθεια) και τον φόβο, στην κάθαρση. Οι θεατές συμμετέχουν λογικά και συναισθηματικά, γι’ αυτό και συμπάσχουν με τους ήρωες, οι οποίοι συνήθως συγκρούονται με την Μοίρα και συντρίβονται. Κατά την επικρατέστερη ερμηνεία, με την κάθαρση την οποία προκαλεί η τραγωδία ως έργο τέχνης, οι θεατές ανακουφίζονται και ηρεμούν ψυχικά γιατί διαπιστώνουν είτε την ηθική νίκη του τραγικού ήρωα ή την αποκατάσταση της ηθικής τάξης.
Γενικότερα, οι θεατές, καθώς ζουν έντονα τον ανθρώπινο μύθο, λυτρώνονται με την μαγεία της τέχνης και γίνονται ελεύθεροι και ανώτεροι άνθρωποι.
**************
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΜΕΓΑΛΟΙ ΤΡΑΓΙΚΟΙ
ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Ο αρχαιότερος των τριών μεγάλων δραματουργών της Αθήνας, γεννήθηκε το 525 π.Χ. στην Ελευσίνα. Ο πατέρας του ήταν ευγενής γαιοκτήμονας και φρόντισε να λάβει ο νεαρός Αισχύλος την καλύτερη δυνατή παιδεία. Το 484 π.Χ. κερδίζει το πρώτο έπαθλο στους θεατρικούς αγώνες και ακολουθούν 12 ακόμη νίκες.
Οι τραγωδίες του Αισχύλου, σκοπό έχουν να κάνουν το θεατή : 1) να νοιώσει τις μεγάλες και αναλλοίωτες αξίες που διέπουν τη ζωή του ανθρώπου, 2) να αναγνωρίσει την ασημαντότητά του μπροστά στο υπερφυσικό και τον θάνατο αλλά και το μεγαλείο του, 3) να προσπαθεί να κρατεί τις ανθρώπινες πράξεις στα όρια του μέτρου, έτσι ώστε οι άνθρωποι να φυλάσσονται από την εκδικητική μανία των συνανθρώπων, των θεών και της φύσης, όταν τα παραβιάζουν. Ο άνθρωπος δεν υπάρχει στην αισχύλεια τραγωδία ως άτομο, αλλά ως στοιχείο της ανθρώπινης κοινωνίας, της κοινωνίας των θεών και τέλος της ίδιας της φύσης.
Ο Αισχύλος δικαιούται να θεωρείται ο πραγματικός δημιουργός της τραγωδίας, ως θεατρικού είδους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Αισχύλος συμμετείχε στις παραστάσεις των δραμάτων του είτε ως υποκριτής – ηθοποιός, είτε ως μέλος του χορού.
Λέγεται ότι έγραψε γύρω στα 70 δράματα από τα οποία σώζονται μόνο τα εξής επτά : 1) Πέρσαι, 2) Προμηθέας Δεσμώτης, 3) Επτά επί Θήβαις, 4) Ικέτιδες και η τριλογία Ορέστεια, που αποτελείται από τις τραγωδίες : Αγαμέμνων, Χοηφόρος, Ευμενίδες.
Το 465 π.Χ., ο Αισχύλος χάνει το πρώτο βραβείο των δραματικών αγώνων από τον αντίπαλό του Σοφοκλή και φεύγει πικραμένος για την αυλή του βασιλιά Ιέρωνα των Συρακουσών.
Πεθαίνει το 465 π.Χ στην Γέλα της Σικελίας.
***************************
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
Ο Σοφοκλής, γόνος αρχοντικής οικογένειας, γεννήθηκε το 497-6 π.Χ. στον Κολωνό, προάστιο της Αθήνας. Έλαβε επιμελημένη αγωγή και παιδεία στα γράμματα και τη μουσική.
Σε ηλικία 28 ετών πήρε μέρος για πρώτη φορά σε δραματικό αγώνα και νίκησε τον γηραιότερο τραγικό ποιητή Αισχύλο. Από αγάπη προς την πόλη του, αρνήθηκε τις προσκλήσεις σε βασιλικές αυλές, ανέλαβε δημόσια οικονομικά και πολιτικά αξιώματα, και διετέλεσε υποστράτηγος του Περικλή. Πέθανε το 406 π.Χ. σε ηλικία 90 ετών.
Η προσωπικότητα του Σοφοκλή φαίνεται πολύπλοκη. Ο σύγχρονος άνθρωπος δυσκολεύεται να τον καταλάβει. Ο Σοφοκλής ήταν βαθιά θεοσεβής, αλλά χωρίς υπερβολές και στενότητα πνεύματος. Στην σοφόκλεια τραγωδία, ο θεός έχει την δύναμη να ρυθμίζει την μοίρα των ανθρώπων, να τους καθοδηγεί και να τους προστατεύει. Ο άνθρωπος όμως, αφήνεται ελεύθερος να ζυγίσει τις ευθύνες του ενώπιον θεών και ανθρώπων, να κάνει τις επιλογές του και είναι έτοιμος να δεχτεί τις συνέπειες, όποιες κι αν είναι. Ευαίσθητος στα ανθρώπινα πάθη και αδυναμίες, παρουσιάζει ήρωες που συγκλονίζονται από ισχυρά ηθικά διλήμματα και εσωτερικές συγκρούσεις.
Λέγεται ότι έγραψε συνολικά 130 έργα. Τα κυριότερα είναι τα εξής: 1) Αντιγόνη, 2) Ηλέκτρα, 3) Τραχίνιαι, 4) Οιδίπους Τύραννος, 5) Οιδίπους επί Κολωνό 6)Ανδρομάχη κ.λ.π.
Επίσης, υπάρχουν αποσπάσματα κι από ένα σατυρικό δράμα με τίτλο: Ιχνευταί .
Οι παραστάσεις των έργων του Σοφοκλή, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, τον αναδεικνύουν αδιαφιλονίκητο διαμορφωτή της τραγωδίας.
******************
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ο Ευριπίδης γεννήθηκε το 480 π.Χ. στην Σαλαμίνα. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια με αρκετά μεγάλη περιουσία και πράγμα σπάνιο για την εποχή εκείνη, διέθετε μια εξαιρετικά πολύτιμη βιβλιοθήκη.
Εμφανίζεται ως δραματουργός σε εποχή σκληρού ανταγωνισμού στον χώρο αυτό. Ο Αισχύλος είχε μόλις πεθάνει μετά από μία συνεχή και επιτυχημένη σχέση με το κοινό επί 45 χρόνια. Ο Σοφοκλής έχει κιόλας 10ετή παρουσία στο θέατρο. Υπήρχε ακόμη πλήθος άλλων δραματουργών που τώρα είναι ξεχασμένοι γιατί δεν διασώθηκαν ακέραια έργα τους, αλλά τότε γνώριζαν μεγάλες επιτυχίες.
Ήταν δύσκολο, λοιπόν, για έναν νέο ποιητή να καθιερωθεί ανάμεσα σε τόσους καλά δοκιμασμένους ανταγωνιστές. Επιπλέον, ο Ευριπίδης δεν περιοριζόταν στο να κερδίσει απλώς μια θέση ανάμεσα στους άλλους δραματουργούς ακολουθώντας δοκιμασμένες μεθόδους. Προτίμησε διαφορετικούς τρόπους κα ιδέες. Έγινε ο νεωτεριστής της τραγωδίας. ‘Όπως ήταν φυσικό, η πρωτοτυπία του αντιμετώπισε την συντηρικότητα και τις προκαταλήψεις των συγχρόνων του, προκαλώντας άλλοτε την χλεύη και άλλοτε την απόρριψη, πράγμα που αποδεικνύεται από το γεγονός ότι, παρά τη μεγάλη συγγραφική του παραγωγή, κέρδισε πρώτο βραβείο σε θεατρικούς αγώνες μόνο μία φορά. Μετά το θάνατό του, όμως, έγινε και παραμένει ο πιο δημοφιλής από τους τρεις τραγικούς. Είναι ο δραματουργός με την μεγαλύτερη επιρροή στο θέατρο του καιρού του αλλά και στην μεταγενέστερη ευρωπαϊκή θεατρική παραγωγή.
Ο Ευριπίδης, αναλύει την ανθρώπινη φύση, τα ένστικτά της, τα πάθη της, τα κίνητρά της με ρεαλισμό. Αμφιβάλλει, ανησυχεί, αναρωτιέται για τα πάντα, χωρίς να εξαιρεί το αλάνθαστο των θεών και των παλιών ηθικών αρχών.
Από τα 90 έργα που έγραψε, υπάρχουν ακέραια μόνο τα 19, ένα σατυρικό δράμα «Ο Κύκλωψ» και 18 τραγωδίες. Τα κυριότερα είναι: 1) Ηλέκτρα, 2) Ιφιγένεια εν Ταύροις, 3) Ιφιγένεια εν Αυλίδι, 4) Τρωάδες, 5) Ελένη, 6) Μήδεια κ.λ.π.
Εν κατακλείδι, τα χαρακτηριστικά των τριών μεγάλων τραγικών, μπορούν να περιγραφούν συνοπτικά ως εξής:
Ο Αισχύλος είναι ο δραματουργός των μεγάλων και θείων αρχών. Τα έργα του διακατέχει η έννοια της σταθερής και τιμωρού θείας Δίκης. Ο Σοφοκλής παριστά τους μεγάλους ανθρώπινους χαρακτήρες. Για τον Σοφοκλή ο άνθρωπος είναι κυρίαρχος της μοίρας του. Ο Ευριπίδης αναλύει την ανθρώπινη φύση με ρεαλισμό.